2/1/09

***Η ΦΙΛΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΚΑΙ Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821.






























































7 Πιστοποιητικό μέλους του κοινού και Τύπου της μια μυστική κοινωνία.



















Μουσείο Καλαμάτας
















Ό ὅρκος στήν Αγία Λαύρα
Πίνακας τοῦ Θεόδωρου Βρυζάκη














Εφοδιαστικό τοῦ ιερέα τς Φιλικής Ἑταιρείας Δημητρίου Νικολάου Κομνηνού, π τη Λήμνο






































Η παλαιότερη Επαναστατική σημαία. Σχεδιασμένη υπό τις οδηγίες τοῦ Παλαιών Πατρών Γερμανού , φέρει τὰ σύμβολα τοῦ Εφοδιαστικού των Ιερέων τής Φιλικής Ἑταιρείας. Τν ύψωσε ο Γεώργιος Σισίνης στην Ήλιδα, το 1821. Σώζεται στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο.




Στο Εθνολογικό Μουσείο Αθηνών

ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ: Δόρατα χιαστί με αναρτημένα λάβαρα και στο σημείο τομής των δοράτων σταυρός δαφνοστεφής. Στα λάβαρα αναγράφονται τα γράμματα “ΗΕΑ” “ΗΘΣ”, που είναι γράμματα των λέξεων “Ή ΕλευθερίΑ” “Ή ΘάνατοΣ”. Το έμβλημα αυτό είναι το “γνώρισμα” που χορηγούσε η ηγεσία της Φιλικής Εταιρείας στα μέλη της, το οποίο ονομάζεται “Εφοδιαστικό” και το οποίο αποτελούσε κρυπτογραφημένη βεβαίωση για την ιδιότητά τους αυτή.

ΡΗΤΟ: “ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Ή ΘΑΝΑΤΟΣ”.

Όρκος των Ελλήνων κατά την Επανάσταση του 1821. Η ιδέα αυτή του όρκου κυριαρχεί σε όλη τη μακραίωνη ιστορία του ελληνικού έθνους. “Ου ποιήσομαι περί πλείονος το ζήν της ελευθερίας” (Δεν θα θέσω σε υψηλότερη μοίρα τη ζωή από την ελευθε-ρία) υπήρξε ο όρκος που είχαν δώσει οι Έλληνες τις παραμονές της μάχης των Πλαταιών, 2400 χρόνια πριν από την ημέρα που οι Έλληνες, στη μονή της Αγίας Λαύρας, έδωσαν τον όρκο “Ελευθερία ή Θάνατος”.









Σφραγίδα τοῦ εκ τῶν ιδρυτών τς Φιλικής Ἑταιρείας Παναγιώτη Σέκερη













Ό ὅρκος τς Φιλικής Εταιρίας.

















ΟΡΚΙΖΟΜΑΙ ἐνώπιόν του ἀληθινοῦ θεοῦ οἰκειοθελῶς, ὅτι θέλω εἶμαι ἐπὶ ζωῆς μου πιστὸς εἰς τὴν Ἑταιρείαν κατὰ πάντα. Νὰ μὴ φανερώσω τὸ παραμικρὸν ἀπὸ τὰ σημεῖα καὶ λόγους της, μήτε νὰ σταθῶ κατ’οὐδένα λόγον ἡ ἀφορμή του νὰ καταλάβωσιν ἄλλοι ποτέ, ὅτι γνωρίζω τί περὶ τούτων, μήτε εἰς συγγενεῖς μου, μήτε εἰς πνευματικὸν ἢ φίλον μου.




ΟΡΚΙΖΟΜΑΙ, ὅτι εἰς τὸ ἑξῆς δὲν θέλω ἔμβει εἰς καμίαν ἄλλην ἑταιρείαν, ὁποία καὶ ἂν εἶναι, μήτε εἰς κανένα δεσμὸν ὑποχρεωτικόν. Καὶ μάλιστα, ὁποιονδήποτε δεσμὸν ἂν εἶχα, καὶ τὸν πλέον ἀδιάφορον ὡς πρὸς τὴν Ἑταιρείαν, θέλω τὸν νομίζει ὡς οὐδέν.



ΟΡΚΙΖΟΜΑΙ, ὅτι θέλω τρέφει εἰς τὴν καρδίαν μου ἀδιάλλακτον μίσος ἐναντίον τῶν τυράννων της πατρίδος μου, ὀπαδῶν καὶ τῶν ὁμοφρόνων μὲ τούτους. Θέλω ἐνεργεῖ κατὰ πάντα τρόπον πρὸς βλάβην καὶ αὐτὸν τὸν παντελῆ ὄλεθρον τῶν, ὅταν ἡ περίστασις τὸ συγχωρήση.



ΟΡΚΙΖΟΜΑΙ νὰ μὴ μεταχειρισθῶ ποτὲ βίαν διὰ νὰ συγγνωρισθῶ μὲ κανένα συνάδελφον, προσέχων ἐξ ἐναντίας μὲ τὴν μεγαλυτέραν ἐπιμέλειαν νὰ μὴ λανθασθῶ κατὰ τοῦτο, γινόμενος αἴτιος ἀκολούθου τινὸς συμβάντος.



ΟΡΚΙΖΟΜΑΙ νὰ συντρέχω, ὅπου εὕρω τινὰ συνάδελφον, μὲ ὅλην τὴν δύναμιν καὶ τὴν κατάστασίν μου. Νὰ προσφέρω εἰς αὐτὸν σέβας καὶ ὑπακοήν, ἂν εἶναι μεγαλύτερος εἰς τὸν βαθμόν, καὶ ἂν ἔτυχε πρότερον ἐχθρός μου, τόσον περισσότερον νὰ τὸν ἀγαπῶ καὶ νὰ τὸν συντρέχω καθ’ὅσον ἡ ἔχθρα μου ἤθελε εἶναι μεγαλυτέρα.



ΟΡΚΙΖΟΜΑΙ, ὅτι, καθὼς ἐγὼ παρεδέχθην εἰς τὴν Ἑταιρείαν, νὰ δέχωμαι παρομοίως ἄλλον ἀδελφόν, μεταχειριζόμενος πάντα τρόπον καὶ ὅλην τὴν κανονιζομένην ἄργητα, ἐωσοὺ τὸν γνωρίσω Ἕλληνα ἀληθῆ, θερμὸν ὑπερασπιστὴν τῆς πατρίδος, ἄνθρωπον ἐνάρετον καὶ ἄξιον ὄχι μόνον νὰ φυλάττη τὸ μυστικόν, ἀλλὰ νὰ κατηχήση καὶ ἄλλον ὀρθοῦ φρονήματος.



ΟΡΚΙΖΟΜΑΙ νὰ μὴν ὠφελῶμαι κατ’οὐδένα τρόπον ἀπὸ τὰ χρήματα τῆς Ἑταιρείας, θεωρῶν αὐτὰ ὡς ἱερὸν πράγμα καὶ ἐνέχυρον ἀνῆκον εἰς ὄλον τὸ ἔθνος μου. Νὰ προφυλάττωμαι παρομοίως καὶ εἰς τὰ λαμβανόμενα καὶ στελλόμενα ἐσφραγιαμένα γράμματα.



ΟΡΚΙΖΟΜΑΙ νὰ μὴν ἐρωτῶ ποτὲ κανένα τῶν Φιλικῶν μὲ περιέργειαν, διὰ νὰ μάθω ὁποῖος τὸν ἐδέχθη εἰς τὴν Ἑταιρείαν. Κατὰ τοῦτο δὲ μήτε ἐγὼ νὰ φανερώσω, ἢ νὰ δώσω ἀφορμὴν εἰς τοῦτον νὰ καταλάβη, ποὶος μὲ παρεδέχθη. Νὰ ὑποκρίνωμαι μάλιστα ἄγνοιαν, ἂν γνωρίζω τὸ σημεῖον εἰς τὸ ἐφοδιαστικὸν τινὸς



ΟΡΚΙΖΟΜΑΙ νὰ προσέχω πάντοτε εἰς τὴν διαγωγήν μου, νὰ εἶμαι ἐνάρετος. Νὰ εὐλαβῶμαι τὴν θρησκείαν μου, χωρὶς νὰ καταφρονῶ τᾶς ξένας. Νὰ δίδω πάντοτε τὸ καλὸν παράδειγμα. Νὰ συμβουλεύω καὶ νὰ συντρέχω τὸν ἀσθενῆ, τὸν δυστυχῆ καὶ τὸν ἀδύνατον. Νὰ σέβωμαι τὴν διοίκησιν, τὰ ἔθιμα, τὰ κριτήρια καὶ τοὺς διοικητᾶς τοῦ τόπου, εἰς τὸν ὁποῖον διατρίβω.





ΤΕΛΟΣ ΠΑΝΤΩΝ ΟΡΚΙΖΟΜΑΙ ΕΙΣ ΣΕ, Ω ΙΕΡΑ ΠΛΗΝ ΤΡΙΣΑΘΛΙΑ ΠΑΤΡΙΣ, ΟΡΚΙΖΟΜΑΙ εἰς τοὺς πολυχρονίους βασάνους Σου, ὁρκίζομαι εἰς τὰ πικρὰ δάκρυα, τὰ ὁποῖα τόσους αἰώνας ἔχυσαν καὶ χύνουν τὰ ταλαίπωρα τέκνα Σου, εἰς τὰ ἴδια μου δάκρυα, χυνόμενα κατὰ ταύτην τὴν στιγμήν, καὶ εἰς τὴν μέλλουσαν ἐλευθερίαν τῶν ὁμογενῶν μου, ὅτι ἀφιερώνομαι ὅλως εἰς Σέ. Εἰς τὸ ἑξῆς Σὺ θέλεις εἶσαι ἡ αἰτία καὶ ὁ σκοπὸς τῶν διαλογισμῶν μου. Τὸ ὄνομά Σου ὁ ὁδηγὸς τῶν πράξεών μου καὶ ἡ εὐτυχία Σου ἡ ἀνταμοιβὴ τῶν κόπων μου. Ἡ θεία δικαιοσύνη ἂς ἐξαντλήση ἐπάνω εἰς τὴ κεφαλήν μου ὅλους τους κεραυνούς της, τὸ ὄνομά μου νὰ εἶναι εἰς ἀποστροφήν, καὶ τὸ ὑποκείμενόν μου τὸ ἀντικείμενον τῆς κατάρας καὶ τοῦ ἀναθέματος τῶν Ὁμογενῶν μου, ἂν ἴσως λησμονήσω εἰς μίαν στιγμὴν τᾶς δυστυχίας τῶν καὶ δὲν ἐκπληρώσω τὸ χρέος μου. Τέλος ὁ θάνατός μου ἂς εἶναι ἡ ἄφευκτος τιμωρία τοῦ ἁμαρτήματός μου, διὰ νὰ μὴ μολύνω τὴν ἁγνότητα τῆς Ἑταιρείας μὲ τὴν συμμετοχήν μου.
























Ο όρκος των Φιλικών, φανταστική σύνθεση του Θεόφιλου Δ. Τσόκου 1849.

















Αντίτυπο χρυσοποίκιλτου Ιερού Ευαγγελίου.












Νικόλαος Σκουφάς






















Εμμανουήλ Ξανθός

























































Αθανάσιος Τσακάλωφ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου